ομελέτα η μοναστηριακή (omelette d' abbaye)
Συνεχίζουμε (για δεύτερο post) με την ελληνική μετάφραση γαλλικού τευχιδίου του 2007 περί γαστρονομίας, το οποίο πρόσφατα διανεμήθηκε από πρωινή εφημερίδα. Πρωτοτυπώντας, δεν κάνουμε αναφορά στο γαλλικό πρωτότυπο, το οποίο άλλωστε δεν υπάρχει στην κατοχή μας. Θα επισημάνουμε προφανή και εξόφθαλμα μεταφραστικά λάθη της τριάδας των μεταφραστών που δεν νόγαγε από μαγειρική. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν, μιας και scripta manent.
Η εν λόγω κυρία, συχωρεμένη από τo 1931, ονομαζόταν la mère Poulard. Η τριάδα των μεταφραστών είδε το όνομα αυτό στο γαλλικό πρωτότυπο δίπλα σε μία αναφορά στο γνωστό Mont Saint Michel της Κάτω Νορμανδίας, τη νησίδα που στεγάζει το ομώνυμο αββαείο, και σκέφτηκαν:
«Αββαείο και mère: Μάλιστα, η μητέρα ηγουμένη θα είναι αυτή, θα φτιάχνει και ομελέτες. Κάτι σαν την παπα-Λάμπραινα την καημένη που δε μπορεί να ταΐσει και να κουλαντρίσει τόσους που είναι μαζεμένοι στου παπα-Λάμπρου την αυλή».
Θεμιτός ο συλλογισμός, αλλά λανθασμένος. Ηγουμένη Πουλάρ! Τι ωραίο και ευφάνταστο! Είχαμε ακούσει για μοναστηριακές μπύρες (κυρίως σε Βέλγιο, αλλά και σε Γαλλία με τις bières d’ abbaye), αλλά το «μοναστηριακές ομελέτες» αποτελεί πρωτιά!
Στα γαλλικά, το mère σημαίνει και ‘μητέρα’, πέρα από το ‘ηγουμένη’. Το πρωτότυπο κάνει αναφορά στην Annette Boutisut η οποία παντρεύτηκε με τον Victor Poulard και ως αντρόγυνο ανέλαβαν το ντόπιο ξενοδοχείο-εστιατόριο Tête d’Or στο Mont Saint Michel. Από το όνομα αυτής λοιπόν της κυρίας βαπτίστηκε και η ομελέτα. Αν θέλετε να δείτε τι κάνει αυτήν την ομελέτα χαρακτηριστική στο εστιατόριο που πλέον ονομάζεται “La mère Poulard”, μπορείτε ν΄ανατρέξετε εδώ για ένα βιντεάκι, και εδώ ή εδώ για φωτογραφίες: Θα διαπιστώσετε ότι η σχετική ομελέτα ψήνεται σε δυνατή φωτιά από ξύλα μέσα σ’ ένα τηγάνι με χερούλι μήκους 1 μέτρου και βάλε (με το συμπάθειο), απαραίτητο σύνεργο για να μην καψαλιστεί ο ψήστης-οψοποιός.
Ενώ λοιπόν η κυρία ήταν εστιάτωρ, ταβερνιάρισσα, μαγείρισσα, νοικοκυρά, η τέλος πάντων μία κοσμική (laïque στα γαλλικά), η ένδοξος τριάς των μεταφραστών αυθαιρετεί, την μεταφέρει στη μοναστική (monastique, moniale, monacale στα γαλλικά) σφαίρα και την αναγορεύει «ηγουμένη».
Ακολουθώντας την ίδια αυθαίρετη λογική, μόλις κάποιος δει μία ετικέτα από το Αγιορίτικο κρασί του Τσάνταλη (φιλοτεχνημένη και με Βυζαντινίζουσα-εκκλησιαστική γραμματοσειρά), θα πρέπει δηλαδή να υποθέσει αυτόματα ότι Τσάνταλη λένε τον ηγούμενο της Μονής;
.
.
.